Monday, February 12, 2007

Η κάθε μου αγάπη και παντοτινή


Το Σάββατο που μας πέρασε έγινε κάτι το οποίο από καιρό τώρα έβλεπα ότι θα γινόταν: Μου βγήκε το όνομα της γκρινιάρας. Δεν με εξέπληξε καθόλου αυτή η εξέλιξη. Σε μία σχέση, αργά ή γρήγορα, ο καθένας αποκτά το ρόλο του και του επικολλάται μία ταμπελίτσα από τον άλλο, είτε του αρέσει είτε όχι. Έτσι, έχουμε ζευγαράκια τα οποία αποτελούνται από τον Τακτικό και την Τσαπατσούλα, από την Αερόμυαλη και το Ρεαλιστή, από τον Ρομαντικό και τη Μηδενίστρια. Η επικόλληση αυτών των ταμπελών δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι τα δύο μέλη του ζεύγους είναι τα ακριβή αντίθετα μίας κατάστασης, κατά συνέπεια έχουμε και σχέσεις οι οποίες αναπτύσσονται ανάμεσα στον Αθλητικό Τύπο και την Σκεπτικίστρια, τον Καλοφαγά και την Ανίκανη-να-Δεσμευτεί, κοκ.

Εγώ, από το Σάββατο, είμαι, όπως αποδεικνύεται, η Γκρινιάρα. Το να είσαι η Γκρινιάρα, αποφάσισα όταν ξύπνησα την Κυριακή το πρωί, δεν είναι το χειρότερο πράγμα που μπορεί να σου συμβεί (αλλά σίγουρα δεν είναι και τόσο καλό όσο το να είσαι η Καταπληκτική Συζητήτρια ή η Φοβερά Αστεία ή η Φανταστική Μαγείρισσα). Καταρχήν, άπαξ και έχεις κερδίσει τον τίτλο της Γκρινιάρας, μπορείς άνετα να γκρινιάζεις, δεδομένου ότι ο άλλος θα σκεφτεί «ε, Γκρινιάρα είναι, τι περιμένεις» ή θα αρχίσει να το βρίσκει αξιολάτρευτο αυτό σου το χαρακτηριστικό και κάθε φορά που εσύ θα γκρινιάζεις θα σε κοιτά όλο αγάπη και θα σκέφτεται «κοίτα το μωράκι μου, πάλι γκρινιάζει το παλιογκρινιάρικο» ή απλά θα το πάρει απόφαση ότι από εδώ και μπρος θα πρέπει να το ανέχεται. Υπάρχει, βέβαια και η πιθανότητα να αποφασίσει ότι δεν αξίζει τον κόπο και να σε στείλει στο διάολο, οπότε μένεις κι εσύ με την απορία πότε στο καλό έπαψε να είναι διασκεδαστικό αυτό το παιχνιδάκι με τις ταμπελίτσες και τους Ρόλους που Έχει ο Καθένας μας Μέσα σε Αυτή τη Σχέση.

Ένιγουέι. Δεν υπάρχει λόγος να γκρινιάζω για την ύπαρξη του συστήματος, εφόσον αυτό είναι και έτσι λειτουργεί από τότε που άρχισε να ζευγαρώνει ο κοσμάκης (είμαι σίγουρη ότι και ο Νεάντερνταλ, μέσα στη σπηλιά του, θα προτιμούσε να του βγει το μάτι παρά το όνομα από την καλή του) οπότε ας γκρινιάξω για το λόγο για τον οποίο απέκτησα τον τίτλο της Γκρινιάρας. Το Σάββατο το βράδυ, λοιπόν, υπό το φως ρομαντικών κεριών και τις μελωδίες του J.J.Cale, πίνοντας κόκκινο κρασάκι, προσπάθησα να δώσω στον αγαπημένο μου να καταλάβει ότι κάποια πράγματα δεν είναι αστεία. Δεν το εννοούσα γενικά αυτό. Μην φανταστείτε δηλαδή ότι του έδειχνα φωτογραφίες πεινασμένων παιδιών της Γκάνας ή βίντεο με παλιά επεισόδια του «Ρετιρέ» και του έλεγα «αυτά είναι πράγματα που δεν είναι αστεία». Όχι. Είχαμε ένα ειδικό θέμα που προσπαθούσαμε να αποφασίσουμε αν ήταν αστείο ή όχι και συγκεκριμένα (ντρρρρρρρραμ ροοοοοολ) ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΣΧΕΣΗΣ. Μπορεί κανείς να κάνει αστειάκια με ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΣΧΕΣΗΣ; Μπορεί κανείς να γελάει με υποθετικές ιστοριούλες για την αποτυχία ΤΗΣ ΣΧΕΣΗΣ στο μέλλον και χαχαχα τι πλάκα που θα έχει να παντρευτείς εσύ τελικά έναν άλλο και να έρθω εγώ κουμπάρος στο γάμο σου; Επίσης, έχει πράγματι τρελό γέλιο η πιθανότητα αυτό που ζούμε τώρα εγώ κι εσύ να πάει κατά διαόλου και παρόλα αυτά να επιζήσουμε και να βρεθούμε μάλιστα στην ευτυχή θέση να ξαναερωτευτούμε (τρίτα πρόσωπα αυτή τη φορά) και ούτε γάτα ούτε ζημιά;
Δύο εκ διαμέτρου διαφορετικές απόψεις υποστηρίχθηκαν υπό το εν λόγω ρομαντικό φως και την επήρεια του κρασιού: η δική μου και του αγαπημένου μου (ο J.J. δεν ανακατεύθηκε, περιορίστηκε να τραγουδά όλο νόημα). Εκείνος υποστήριξε ότι: « Εμείς που πάντα γελάμε για οτιδήποτε , γιατί να μην γελάμε και για κάτι τέτοιο;» Εγώ υποστήριξα ότι: « Κάποια πράγματα είναι πολύ ευαίσθητα για να γίνονται αντικείμενο χωρατού και τέλος πάντων δεν μπορούμε να τα ισοπεδώνουμε όλα». Στη μικρή λεκτική διαμάχη που ακολούθησε, εκείνος κέρδισε (βέβαια, αφού η άποψή του ήταν η πιο κουλ και χαλαρή και γαμάτη και μας επέτρεπε να γελάμε με την καρδιά μας κάνοντας αστειάκια πέρα και δώθε με ό,τι κινείται) και εγώ έχασα, ενώ ως ποινή για τις άθλιες επιδόσεις μου στο λεκτικό καράτε μου αποδόθηκε ο τίτλος της (ναι, ναι!) Γκρινιάρας. Μετά από αυτό, το παιχνίδι του Σαββατόβραδου είχε χαθεί μια για πάντα. Δεν υπήρχε πιθανότητα να σχολιάσω το παραμικρό (τα νταούλια που ακούγονταν από το σπίτι της γειτόνισσας η οποία γιόρταζε με τέρμα τα ντεσιμπέλ τα γενέθλιά της, τον καιρό που θα χαλούσε όπως προβλεπόταν, από την επόμενη, τα μαλλιά μου που δεν ισιώνουν λόγω της υγρασίας) χωρίς να γίνει δεκτό με αυτό το βλέμμα το «να τη πάλι αυτή σου η γκρίνια!».

Κάπως έτσι η υπεράσπιση των δίκαιων ρομαντικών μου αιτημάτων κατέληξε να αποτελεί μειονέκτημα. Και κοιτάξτε να δείτε τι ειρωνικό που είναι, το γεγονός ότι από μικρή ήμουν ιδιαίτερα περήφανη για αυτό το χαρακτηριστικό που έχω, να είμαι ανένδοτη σε ζητήματα που αφορούν τον έρωτα. Μπορεί να είμαι ιδιαίτερα αναβλητικός τύπος, να μην έχω ταλέντο στα μαθηματικά παρά τα φορτισμένα γονίδιά μου, να είμαι απότομη κάποιες φορές όταν με ενοχλούν συγκεκριμένοι άνθρωποι και καταστάσεις και είρων όταν νιώθω ότι ο απέναντί μου είναι αδικαιολόγητα ανόητος, αλλά περηφανεύομαι ότι υπάρχουν ορισμένες αρχές όταν δίνω την καρδιά μου σε κάποιον, τις οποίες δεν έχω παραβιάσει ποτέ. Και οι αρχές αυτές συνοψίζονται στα ακόλουθα:
1. Όταν ερωτεύομαι, είναι απόλυτο. Δεν μπορεί να είμαι ερωτευμένη με δύο (ή παραπάνω) άτομα ταυτόχρονα, διότι αυτό σημαίνει απλούστατα ότι δεν είμαι ερωτευμένη με κανέναν από τους δύο.
2. Όταν αγαπώ κάποιον, τον αγαπώ με το νου και τα μάτια και τα λόγια μου, και φροντίζω να του τα χαρίζω όλα. Δεν ντρέπομαι να θυσιάσω λόγια αγάπης και μελάνι για να γράψω ρομαντικά γράμματα, και δεν φοβάμαι να αλλάξω τις συνήθειες και την καθημερινότητά μου ριζικά προκειμένου να βιώσω τον έρωτά μου στο έπακρο.
3. Όταν αγαπώ και με αγαπούν, κάνω όνειρα. Όχι γιατί επιτέλους βρήκα μία δικαιολογία για να ζω ενώ πριν ήθελα να πεθάνω, αλλά γιατί η όμορφη ζωή μου έγινε πλάι στον αγαπημένο μου λίγο ομορφότερη. Και τα όνειρα που κάνω με κάνουν να νιώθω δυνατή και αισιόδοξη και δημιουργική. Αν δεν βγουν αληθινά δεν θα πέσω να πεθάνω, μα είναι ένας θάνατος από μόνο του το να μην επιτρέπεις στον εαυτό σου να ονειρεύεται.
4. Τα όνειρα που κάνω, έχω απόλυτη επίγνωση ότι μπορεί να μην βγουν αληθινά. Αλλά και πάλι, γι΄ αυτό τα ονομάζω «όνειρα» και όχι «στρατηγικό σχέδιο επίθεσης». Και τα σέβομαι, γιατί κάθε ένα από αυτά είναι μία ελάχιστη δυνατότητα μελλοντικής ύπαρξης.

Για όλους, λοιπόν, τους παραπάνω λόγους, τους οποίους τους τώρα που τους ξαναδιαβάζω τους βρίσκω και πάλι να είναι μια περίφημη στάση ζωής σε αυτούς τους εγωκεντρικούς, μη ρομαντικούς και απαισιόδοξους καιρούς που ζούμε, σε αγαπώ, με τον ένα και μοναδικό τρόπο που ξέρω να σε αγαπώ από την πρώτη μέρα που κατάφερες και έκλεψες την καρδιά μου, και δυστυχώς με κίνδυνο να με κατηγορήσεις πάλι για αδικαιολόγητη γκρίνια, αρνούμαι να δω την αγάπη μου αυτή ως ανέκδοτο, μια και τα ανέκδοτα τα ακούω, τα επαναλαμβάνω και φροντίζω να τα ξεχάσω ταχύτατα, αλλά με αυτό που νιώθω για σένα έχω την (ρομαντική και ολότελα ανυποστήρικτη) αίσθηση ότι δεν θα ξεμπερδέψω έτσι εύκολα.


“They say every man grows blind in his heart
And they say everybody steals somebody’s heart away,
And I’ve got nothing more to say about it…”

Friday, February 09, 2007

Ένας χρόνος πίσω...


"...από τους δρόμους μάζευα τα λόγια μου,
όπως μαζεύουν τα παιδιά απ΄τα νυχτέρια,
το καλοκαίρι είχε μπερδευτεί στα πόδια μου
και τα μαλλιά σου μου έδεναν τα χέρια...."